Καπετανάκη Ελίνα

Η Ελίνα Καπετανάκη διδάσκει κοινωνιολογία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση από το 2009. Έλαβε το διδακτορικό της δίπλωμα στην κοινωνική ανθρωπολογία (2017, Πάντειο Πανεπιστήμιο), και τον μεταπτυχιακό της τίτλο σπουδών στην πολιτική επιστήμη και ιστορία (2007, Πάντειο Πανεπιστήμιο). Πραγματοποίησε εκτενή εθνογραφική έρευνα στην Αλβανία σχετικά με πρακτικές και προσλήψεις του εαυτού κατά την μετακίνηση από την Ελλάδα προς την Αλβανία (2009-2013). Επίσης, πραγματοποίησε εθνογραφική έρευνα σε χώρους κράτησης/απέλασης μετακινούμενων πληθυσμών στην Ελλάδα (2005-2006 και 2015). Συμμετείχε σε ερευνητικά προγράμματα σχετικά με την προσωρινή μετανάστευση, τον διεθνισμό και την έννοια της γειτονιάς (EURANET, GEITONIES). Έλαβε υποτροφίες από το Ίδρυμα Λάτση, το  Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) και από την Αλβανική κυβέρνηση στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας για τη γλωσσομάθεια και τον πολιτισμό ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αλβανία. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα σχετίζονται με ζητήματα μετακίνησης, μετανάστευσης, φύλου, με την πρόσληψη του εαυτού και την έννοια της εμπειρίας, καθώς και με την ανθρωπολογία του χώρου και του χρόνου.

Επικοινωνία: elekapeta@gmail.com

Τίτλος Μεταδιδακτορικής Έρευνας
«Μοδίστρες, ραφεία, οίκοι μόδας και βιοτεχνίες:  παραγωγή ενδυμάτων και Θηλυκότητες στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης»

Περίληψη
Μια διαδρομή στο χρόνο της παραγωγής ενδυμάτων στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης από το 1960 έως σήμερα είναι μια διαδικασία από συνεχείς μεταπτώσεις και μετασχηματισμούς του επιχειρηματικού κόσμου της πόλης. Αντικείμενο της εν λόγω μεταδιδακτορικής έρευνας είναι η μελέτη των συνεχώς διαμορφούμενων συνθηκών της της γυναικείας εργασίας στον τομέα της παραγωγής ενδυμάτων στο ιστορικό κέντρο Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα αναστοχαστικό εγχείρημα μιας σύνθετης εντόπιας ανθρωπολογίας στην οποία εμπλέκομαι προσωπικά αρκετές δεκαετίες τώρα. Στο εγχείρημα αυτό ωστόσο, κυρίως πρωταγωνιστούν οι εμπειρίες, αφηγήσεις και επιτελέσεις γυναικών που έχουν μετακινηθεί στην πόλη από γειτονικούς νομούς και χωριά από τη δεκαετία 1960 και έπειτα, καθώς και εργατριών που κατέληξαν στη Θεσσαλονίκη μετά την πτώση του σοσιαλισμού, αλλά και ντόπιων «παλιών» Θεσσαλονικιών και άλλων γυναικών που βρέθηκαν στην πόλη μετά την ανθρωπιστική κρίση του 2015. Οι γυναίκες αυτές είναι εργάτριες, μοδίστρες ή και επιχειρηματίες/ιδιοκτήτριες ατελιέ, οίκων μόδας, καταστημάτων χονδρικής και λιανικής πώλησης ρούχων. Αποτελούν και αποτυπώνουν θηλυκότητες μέσα από τη σύνδεσή τους με τον άλλοτε νευραλγικό για τη Θεσσαλονίκη τομέα της παραγωγής ενδυμάτων, ακολουθώντας τις προσωπικές τους διαδρομές και έχοντας τις δικές τους προσλήψεις, συχνά ασυνείδητες, σχετικά με τη σύνθεση και επιτέλεση του εαυτού. Με τη συνολική στάση τους προβληματοποιούν ζητήματα όπως το φύλο, η τάξη και η «ομορφιά». Πρόκειται για μια διαδικασία όπου ζητήματα «αισθητικής» επιλογής και υλικότητας διασταυρώνονται με την εντόπια και παγκόσμια οικονομία, και τελικά  γίνονται το εθνογραφικό πεδίο που εστιάζει σε λόγους, επιτελέσεις, ταξικές συνθήκες και προσδοκίες κοινωνικής ανόδου, προκειμένου να σχολιάσει κανείς διαδικασίες σύνθεσης του εαυτού γύρω από σώματα, υποκείμενα και θηλυκότητες.

Λέξεις – Κλειδιά: Γυναικεία εργασία, φύλο, εαυτός, υλικός πολιτισμός, κοινωνικές  τάξεις, εντόπια ανθρωπολογία, μνήμη, πόλη, χρόνος και χώρος.